Ιουνίου 30, 2013

                      Το Νησί (μέρος ά)


      Στην δυτική πτέρυγα του ιδρύματος βρίσκετε ένα μεγάλο παράθυρο. Είναι περίπου δυόμιση μέτρα ύψος και το πλάτος του όσο δύο ανοιχτά ανδρικά χέρια.Την άνοιξη, το φως, μπαίνει άπλετο και γεμίζει τον χώρο με πολύ χρώμα.      

      Στην Άννα αρέσει πολύ να κάθετε μπροστά από εκεί και να κοιτάει με ώρες τις ακτίνες του Ηλίου που πέφτουν πάνω στην θάλασσα και τις αλλάζουν χώμα. Ταξιδεύει με τα χρώματα και τις αλλαγές και όταν το παράθυρο είναι ανοιχτό, νιώθει αεράκια να τις χαϊδεύουν απαλά τα μάγουλα. Θυμάται μία ιστορία, δεν ξέρει από πού, ή ποιος την είπε, είναι όμως το μόνο που θυμάται από την ζωή της.  
    Ο άνεμος, ένας ψηλός και όμορφος νέος αγάπησε παράφορα, μια νέα από μεγάλη οικογένεια, τον αγάπησε και αυτή, όμως τους χώριζαν τα χρήματα, οι οικογένειες τους  και αφού δεν μπορούσαν να είναι μαζί, αποφάσισαν να πεθάνουν. Όμως ο ήλιος συγκινήθηκε από αυτήν την αγάπη και τους μεταμόρφωσε σε στοιχεία της φύσης, έτσι ήταν για πάντα μαζί και ευτυχισμένοι. Όταν τα πάνε καλά η θάλασσα είναι ήρεμη και ένα γλυκό αεράκι γλυκαίνει τις ψυχές, όταν όμως το ζευγάρι καυγαδίζει τότε θυμώνουν και οι δύο. Ο άνεμος φύσα δυνατά και παίρνει στο διάβα του ότι βρεθεί και η θάλασσα ώς γνήσια γυναίκα σηκώνει ψηλά κύματα και καταπίνει με μανία πλοία και ναυτικούς. Ακόμα και τότε όμως μπορείς να διακρίνεις τον έρωτα αυτών των δύο νεαρών..
    Της Άννας της αρέσει αυτή η ιστορία, νιώθει σαν να μιλάνε για τους γονείς της, κανείς όμως δεν την έχει ξανακούσει και όλοι της λένε πως δεν ισχύει, δεν την νοιάζει...άλλωστε είναι το μόνο που θυμάται.
    Συχνά, δίπλα της στο παράθυρο, έρχεται και κάθετε η κυρία Ζορζετ. Δεν είναι ξεκάθαρη η ηλικία της, αν και τα μαλλιά της είναι κάτασπρα σαν δεκεμβριανό χιόνι, το δέρμα της είναι ροδαλό, χωρίς κανένα σημάδι χρόνου και με ένα μόνιμο χαμόγελο στα χείλη. Η Κυρία Ζορζέτ δεν μιλάει πότε σε κανέναν, απλά υπάρχει εκεί και χαμογελά, λέγετε πώς καμία φορά αργά το βράδυ ακούγεται να παραμιλά και να ρωτάει αν γύρισε, άλλοι λένε πως ψάχνει την κόρη της, αλλοί έναν έρωτα, η Αννα όμως ξέρει πως περιμένει να γυρίσει ο εαυτός της. Οι περισσότεροι ασθενείς είναι αμίλητοι ή σχεδόν σιωπηλοί. Κανείς δεν θυμάται πως βρέθηκε εκεί, κάποιοι όμως θυμούνται από που έρχονται.. Η Αννα όχι. Βρέθηκε εκέι έφηβη, γύμνή, στην βόρεια ακτή του νησιού. Την βρήκε ο Μάριο, ο επιστάτης λιπόθυμη. Όταν συνήλθε δεν ήξερε ποια ήταν, πώς βρέθηκε εκεί ή απο πόυ έρχόταν, παρα μόνο βρέθηκε στην χούφτα της ενα μεταγιόν σε σχήμα καρδιας με δύο αρχικά. το πρώτο δεν φαινόταν καλά , η αρμύρα το είχε επηρεάσει το δεύτερο όμως ήταν Ι και έτσι την ονόμασαν Ιωάννα. Ομώς δεν μπορούσε να διαβάσει το όνομα της, είχε μια περίεργη πάθηση οπου δίαβαζε τις λέξεις ανάποδα και το Ιωάννα, έγινε Άννα. Κάθε απόγευμα έχουν δύο ώρες ελέυθερες, η Άννα, η Κυρία Ζορζέτ και ο Μάριο κάθονται πίσω απο την θάλασσα και κοιτάνε το απέραντο γαλάζιο, δεν μιλάνε και απλά κοιτάνε. Τις υπόλοιπες ώρες ασχολούνται με μαθήματα πλεξίματος και κάθε πρωί για 4 ώρες πλέκουν μεταλλικά καλώδια σε σχήμα πλεξίδας. Δεν ξέρει γιατί το κάνουν αυτό, ξέρουν μόνο πως το κάνουν γιατι το χρειάζονται οι υγιείς, όσοι δηλαδή βρίσκονται εκτός του νησιού, στον κόσμο. Το βράδυ, μετά την δύση του ηλίου, πέφτουν στα κρεβάτια τους, πίνουν ένα χάπι που θα τους βοηθήσει να βρουν την μνήμη τους. Και η ζωή τους κυλούσε έτσι αργά, ώσπου μια μέρα εμφανίστηκε στο Νησί ένας κοκκινομάλλης νέος....

( Μια μικρή ιστορία επιστημονικής φαντασίας σε κομμάτια.)
     αφιερωμένη στο ηλίθιο αγόρι- πηγή έμπνευσής μου....

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου