Μαρτίου 23, 2015



Οι αλυσίδες ή το παραμύθι για το μπλέ πουλι.......




Μιαχρονολογία παλιά, σε ένα όμορφο δάσος που δεν υπάρχει πια γιατί κτίστηκε  ο κόσμος πάνω του, υπήρχε μια πριγκίπισσα. Ήταν πολύ όμορφη και πολύ καλή και οι αγαπημένοι της φίλοι  ήταν τα ζωάκια από το δάσος. Κάθε απόγευμα πήγαινε εκεί και έπαιζε μαζί τους και τα φρόντιζε. Ένα πρωί καθώς περπατούσε με την παρέα της άκουσε ένα κελάηδισμα που έμοιαζε με κλάμα νεογέννητου πουλιού. Όταν πήγε κοντά είδε ένα μπλε μικρό πουλάκι. Δεν είχε ξαναδεί κάτι τόσο όμορφο στην ζωή της. « Το καημένο, έπεσε από την φώλια του και έχει σπάσει το φτερό» είπε με την μελωδική φωνή της και το μπλε χνουδωτό πουλί της απάντησε. « ναι, το έχω σπάσει και η οικογένεια μου έφυγε, δεν μπορούσε να με περιμένει, δεν έχω κανέναν» . Η καλή πριγκίπισσα το πήρε αγκαλιά και του είπε να μην ανησυχεί θα έχει αυτήν τώρα για οικογένεια και έτσι έγινε. Το πήρε στο κάστρο της, του έδωσε το πιο όμορφο δωμάτιο και το φρόντισε καλύτερα από τον εαυτό της. Το αγαπούσε τόσο πολύ και πέρναγαν τόσο όμορφα μαζί, γέλαγαν και τραγουδούσαν, έπαιζαν, μίλαγαν με τις ώρες για όλα όσα τους απασχολούσαν , η ζωή ήταν υπέροχη. Όμως ο καιρός περνούσε και τα φτερά του έγιναν καλά και το μπλε πουλάκι ήταν γεννημένο για να πετάξει το ήθελε, η πριγκίπισσα όμως φοβόταν πως θα το χάσει, την έκανε να νιώθει τόσο σημαντική  και από την πολύ της αγάπη άρχισε να του λέει για το ποσό επικίνδυνα είναι εκεί εξω και πως πολύ εύκολα θα ξανά έσπαγε το φτερό του, και έτσι και αυτό φοβόταν να πετάξει, όμως μαράζωνε  το καημένο και το μπλε του δεν ήταν τόσο φωτεινό. Μην ξέροντας τι να κάνει η κοπέλα πήγε στον μάγο να της δώσει βοήθεια, αφου του εξήγησε με λεπτομέρειες αυτος της είπε « πρέπει να κάνεις το πουλάκι να ξεχαστεί από το πέταγμα για να γίνει και πάλι ευτυχισμένο, δώσε του αυτό το φίλτρο και θα αποκτήσει το πιο όμορφο κελάηδισμα του κόσμου ,’έτσι θα γίνει χαρούμενο και δεν θα του λείπει το πέταγμα» Και έτσι έγινε. Το μπλε πουλί «τραγουδούσε όλη την ημέρα με μία φωνή εκπληκτική που μαγεύονταν όλοι, ζώα και άνθρωποι, όμως η πριγκίπισσα δεν το έβλεπε πια πολύ ,γιατί αυτό ήταν συνέχεια κοντά σε άλλους για να το ακούνε και σκεφτόταν ότι πάλι θα το έχανε το πουλάκι και ήταν το μόνο που αγαπούσε σε ολόκληρο τον κόσμο, πιο πολύ και από την ζωή της. Το έπιασε λοιπόν και του μίλησε, « μικρό μου μπλε πουλάκι, σε αγαπώ πάρα πολύ και δεν θέλω να σε χάσω, και εσύ τραγουδάς πάντα σε άλλους και με ξεχνάς» εκείνο μικρό και ταπεινό την διαβεβαίωσε πως δεν θα την ξεχάσει και πως και αυτό την αγαπά αλλά το κάνει ευτυχισμένο να τραγουδά σε άλλους. Η πριγκίπισσα τότε για άλλη μια φορά τρόμαξε το πουλάκι λέγοντας του πως οι άνθρωποι είναι κακοί και θα το σκοτώσουν για να του πάρουν την φωνή. Αυτό την άκουσε και σταμάτησε να τραγουδά, όλα ήταν καλά μέχρι που σε λίγο καιρό άρχισε να χάνει πάλι το μπλε του και να ξεθωριάζει. Με μιας ξανά πάει στον μάγο η πριγκίπισσα. « Καλέ μου μάγε, τι να κάνω, άλλα αν πετάξει θα το χάσω και αν ξανατραγουδήσει μπορεί να βρει μια άλλη πριγκίπισσα και  αν το αφήσω έτσι θα πεθάνει. « Τότε» της λέει, « να γίνεις και εσύ πουλί για να μπορείτε να είστε ευτυχισμένοι» « Μα, πως θα είμαι πουλί, μου αρέσει που είμαι άνθρωπος και αν τελικά το πουλάκι φύγει θα παραμείνω πουλί?» Αφού μίλησαν όλο το βράδυ για να βρουν λύση, ο μάγος ης έδωσε ένα φίλτρο που θα την έκανε πουλί όποτε αυτή ήθελε. Αφού το ήπιε και άρχισε να κάνει παρέα με το μπλε πουλάκι όλα ήταν όμορφα, έπαιζαν και γελούσαν και για λίγο καιρό η ζωή κύλισε όμορφα, όμως σύντομα άρχισε πάλι να ξεθωριάζει το μπλε πουλάκι και ένα βράδυ δροσερό πήγε η πριγκίπισσα και του μίλησε. « Γιατί  ξεθωριάζεις πάλι μικρό μου; Δεν έχεις όλα όσα ονειρεύτηκες;» το πουλί άρχισε ν α της εξηγεί πως δεν ονειρεύτηκε να ζεί σε ένα κάστρο και μόνο να γελάει, πως μέσα του ήθελε να πετάξει και να γνωρίσει τον κόσμο, πως την ευχαριστούσε και την ευγνωμονούσε που το βοήθησε όταν αυτός δεν μπορούσε να πετάξει, άλλα δεν ήταν αρκετό αυτό για να μείνει μαζί της,  ήταν γεννημένο να πετάει, για να μην πολυλογώ άρχισε ένας μεγάλος καυγάς μεταξύ τους όπου η πριγκίπισσα το χρέωνε πως ότι έκανε το έκανε γι αυτό και πως όλη η ζωή της ήταν δοσμένη σε αυτό , πως αυτή το έκανε καλά και πως αυτή το έκανε να τραγουδάει τόσο καλά και πως αυτή για χάρη του έγινε μέχρι και πουλί. Εκείνο σχεδόν λευκό πια της είπε « ναι άλλα δεν στο ζήτησα, δεν ζήτησα τίποτα από όλα αυτά, παρα μόνο να πετάξω,  σε ευχαριστώ για όλα αλλά τα έκανες από μόνη σου, εσύ τα ήθελες και άλλωστε στην ουσία δεν με αγαπάς και βασικά, δεν ξέρεις να αγαπάς. Ξέχασες τα όνειρα τα δικά σου και δεν με αφήνεις να ζήσω τα δικά μου, ακόμα και αν λες πως έγινες πουλί έγινες χωρίς να είσαι και δεν θες να πετάς. Αν με άφηνες να  φύγω μπορεί να ξαναγύρναγα κάθε λίγο ή να έμενα πάντα μετά κοντά σου.» Στο τέλος της κουβέντας το πουλάκι είχε ασπρίσει εντελώς και η πριγκίπισσα είχε μαραζώσει . Φώναξε τον μάγο για βοήθεια και αυτός της είπε πως το μόνο που έχει να κάνει είναι να το αφήσει να πετάξει μακριά της για πάντα και έτσι θα σωθεί. Έτσι έγινε και το πουλάκι πέταξε μακριά, έγινε τόσο φωτεινό μπλε και τόσο όμορφο όπως πέταξε  περήφανα που όποιος το έβλεπε γινόταν ευτυχισμένος και ήθελε να πετάξει και αυτός. Και έδω η ιστορία τελειώνει με δύο τρόπους, κάποιοι λένε πως μετά από καιρό η πριγκηπέσα ξέχασε το πουλάκι γιατι βρήκε ένα χτυπημένο σκυλάκι που αυτό έζησε μαζί της για πάντα να την « αγάπα» υποχρεωμένο και κάποιοι άλλοι λένε πως μετά από καιρό  η πριγκίπισσα έγινε και η ιδια ένα κατακόκκινο πουλί και πέταγε μόνη της ευτυχισμένη, τόσο ευτυχισμένη που κατάλαβε την πραγματική αγάπη και συναντήθηκε ξανά με το μπλε πουλί και πετάνε μαζί έως σήμερα. Όπως όμως και να τελείωσε ο μάγος έβαλε τα δυο πουλιά μέσα στις ψυχές των ανθρώπων και έτσι όλοι μας θέλουμε και να πετάμε και να εξουσιάζουμε και να αγαπάμε και να ελέγχουμε  και έτσι μας άφησε να αποφασίζουμε μόνοι μας πιο πουλί θα είμαστε και να συναντάμε στην ζωή ανθρώπους με αντίστοιχες αποφάσεις. Όπως και να έχει πάντως όλοι έχουμε δύο επιλογές, η μία να μας αλυσοδένει και η άλλη να μας κάνει να πετάμε…  την επιλογή να φοβόμαστε και την επιλογή να αγαπάμε……